Η απόφαση του Άρη Σπηλιωτόπουλου, να ζητήσει από τους ίδιους τους Αθηναίους να αποφασίσουν αν θα πρέπει να γίνει τζαμί στην Αθήνα, λοιδορήθηκε από πολλούς. Ιδιαίτερα από όλους εκείνους που στο πρόγραμμά τους προβλέπουν τοπικά δημοψηφίσματα ακόμα και για το πώς θα πρέπει να ποτίζονται τα πάρκα. Προφανώς, στη δική τους λογική, οι πολίτες είναι υπεύθυνοι αρκετά για να αυτό-διαχειριστούν ένα πάρκο, αλλά δεν διαθέτουν κρίση να αποφασίσουν για τα μείζονα πολιτικά ζητήματα της πόλης όπως η ανέγερση ενός τζαμιού στο κέντρο της Αθήνας.
Η εύκολη τακτική του χαρακτηρισμού κάθε διαφορετικής άποψης ως «φασιστικής» είναι πολύ παλιά. Και είναι εκείνη που οδήγησε στη γιγάντωση μορφωμάτων όπως η Χ.Α. αφού κάθε προσπάθεια επιβολής του νόμου «καταγγέλονταν» ως φασισμός.
Το ίδιο φαίνεται να συμβαίνει και σήμερα στο δήμο της Αθήνας. Με αφορμή την περιρρέουσα πολιτική ατμόσφαιρα κάποιοι παίζουν και πάλι επικίνδυνα παιχνίδια προσπαθώντας να χαρακτηρίσουν μια ολόκληρη παράταξη ως συλλήβδην «φασιστική» εξυπηρετώντας στενά κομματικές και προσωπικές επιδιώξεις. Άλλωστε η αγωνία τόσο του κ. Καμίνη όσο και του κ. Σακελλαρίδη να βρεθούν στο δεύτερο γύρο με τον υποψήφιο της Χ.Α. ώστε εκβιαστικά το εκλογικό σώμα να τους δώσει τη νίκη είναι περισσότερο από προφανής.
Οι «δημοκρατικές δυνάμεις», όπως ατυχώς αυτοχαρακτηρίζονται, παίζουν για μια ακόμα φορά με τη φωτιά. Δε θα τους κάνουμε τη χάρη να τους ακολουθήσουμε. Ο δήμος της Αθήνας έχει τόσο σοβαρά προβλήματα που δε θα καταφέρουν να τα κρύψουν πίσω από πολιτικά πυροτεχνήματα, εκτοξευόμενα ακριβώς για να αποπροσανατολίσουν τη συζήτηση.
Και για να τελειώνουμε: Καμία φασίζουσα ή φασιστική συμπεριφορά δεν είναι ανεκτή. Ούτε ροπαλοφόροι που αυτοαναγορεύονται σε προστάτες, ούτε κρανιοφόροι που ανακηρύσσουν δημόσια περιουσία σε «αυτόνομο χώρο». Κανείς δεν έχει δικαίωμα να παραβιάζει το νόμο, κανείς δεν έχει δικαίωμα να ξεφτιλίζει παγκοσμίως την πόλη μας με ανόητες αυτοσχέδιες «παρελάσεις» ή καταστροφές ιστορικών μνημείων.
Πρέπει να έχετε συνδεθεί για να σχολιάσετε.